Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

                                                ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ

            ΑΟΥΤΣ! Όχι πάλι, όχι και εσύ! Μη με πετάς έξω από αυτή τη ζεστή κουβέρτα, βρες άλλη! Γιατί σε μένα; Τί έχω κάνει σε όλους; Μαμά; Πού είσαι μαμά; Γιατί με άφησες μόνο μου σε αυτόν τον άθλιο κόσμο; Κάθε μέρα η ίδια ιστορία. Γεννήθηκα για να πεθάνω; Η μητέρα μου έφυγε από κοντά μου. Με αγαπούσε άραγε; Βρήκε σπίτι να μείνει και με παράτησε; Άραγε να με σκέφτεται καθόλου; Με νιώθει; Εμένα δεν με θέλει κανείς και περιπλανιέμαι εδώ κι εκεί. Πεινάω. Διψάω. Τα κοκαλάκια μου ξεχωρίζουν από το αδύνατο σώμα μου. Το φαγητό που μου δίνει ο φούρναρης της γειτονιάς δεν είναι αρκετό για να με χορτάσει. Το νερό της λιμνούλας είναι βρώμικο. Αλλά τι λέω; Δεν είναι λιμνούλα αυτό. Είναι λακκούβες στον δρόμο που γεμίζουν μόνο όταν βρέχει. Παρακαλάω να βρέξει για να κάνω και το μπάνιο μου. Είμαι λίγο βρώμικος. Για την ακρίβεια είναι πολύ βρώμικος. Και αχ! Τι πάλι; Όλο φαγουρίζομαι, φύγετε από πάνω μου. Άλλα σκυλάκια δεν έχει η περιοχή; Μάλλον τα τσιμπούρια είναι τα μόνα που με θέλουν σε αυτόν τον κόσμο. Κάνω βόλτες απελπισίας. Τα μάτια μου είναι δακρυσμένα. Δεν έχουν κάπου να κοιτάν και να ελπίζουν. Έρχεται! Πλησιάζει! Πρέπει να απομακρυνθώ με όση δύναμη έχω. Δεν προλαβαίνω, θα με πατήσει. Γρήγορα ποδαράκια μου, γρήγορα! Ο νταλικέρης τρέχει. Τρέχει τόσο γρήγορα που βλέπω τον θάνατο να πλησιάζει . Από την μία θα ήταν καλύτερο να με πατήσει από το να βασανίζομαι άλλο. Από την άλλη.. Δεν υπάρχει από την άλλη. Καλύτερα να πεθάνω, Τώρα που να πάω; Αυτός πάτησε σε μία λιμνολακούβα και με έκανε χάλια. Κρυώνω. α! Τι είναι αυτό; Ας μπω μέσα. Γεια σας άνθρωποι!! Τι; Γιατί με κοιτάτε έτσι; Δεν θα σας  δαγκώσω. Το υπόσχ.. αουτσ! Πόνεσα. Όλοι ίδιοι είστε. Κανείς δεν με καταδέχεται. Πρέπει να βρω κάπου να μείνω. Μα.. τι είναι;  Ένας άνθρωπος ξαπλωμένος στον δρόμο. Ίσως αν κάνω κάτι καλό να με βοηθήσει. Οπ! Ένα χαρτονόμισμα. Θα το χρειάζεται.. Που να το αφήσω για να το δει;  Θα το βάλω στο κυπελάκι του.  Όμως κοιμάται. Πρέπει να τον ξυπνήσω! Άνθρωπε ξύπνα, ξύπνα! Κοίτα τι έφερα! Ξύπνησε, μάλλον τον τρόμαξα. Του μιλάω και δεν καταλαβαίνει. Πιάνω με τα δοντάκια μου το κυπελάκι και του το δίνω. Εκείνος με παίρνει αγκαλιά και με ακουμπάει στην κουβερτούλα του. Νιώθω ότι με αγαπάει. Έτσι δεν είναι η αγάπη; Τώρα δεν κρυώνω τόσο. Σε ευχαριστώ. Ξέρεις μου μοιάζεις εσύ. Δεν έχεις σπίτι, ε είσαι και λίγο βρωμιαρούλης.. Θα μείνω εδώ να κάνουμε παρέα ο ένας στον άλλον. Έτσι ποτέ κανείς δεν θα νιώσει μόνος πια. Ας κλείσω λίγο τα μάτια μου. Και πάλι ευχαριστώ. Θα σε προσέχω και θα σε αγαπάω. Για πάντα.

Χρυσοχόου Δέσποινα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου